Ακόμα και τόσο λίγος χρόνος οθόνης, βλάπτει σοβαρά τη μάθηση
Μόλις 90 λεπτά χρόνου οθόνης την ημέρα είναι αρκετά για να επηρεάσουν τις ικανότητες ανάγνωσης και γραφής των παιδιών και να αυξήσουν ακόμη και τον κίνδυνο συμπεριφορικών προβλημάτων, όπως αποκάλυψε μελέτη. Οι ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Canterbury στη Νέα Ζηλανδία παρακολούθησαν περισσότερα από 6.000 παιδιά ηλικίας από 2 έως 8 ετών για να διερευνήσουν τις συνέπειες της χρήσης οθονών για περισσότερη από μία ώρα καθημερινά, στη μάθηση και όχι μόνο.
Η ερευνητική εργασία, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Developmental Psychology, συγκέντρωσε δεδομένα μέσω συνεντεύξεων με γονείς και αξιολογήσεων της συμπεριφοράς των παιδιών όταν ήταν περίπου 2, 4 και 8 ετών.
Οι γονείς ρωτήθηκαν πόσο χρόνο τα παιδιά τους περνούσαν κάνοντας δραστηριότητες που δεν αφορούσαν το διάβασμα μπροστά σε μια οθόνη, όπως το να παρακολουθούν τηλεόραση, και πόσο χρόνο αφιέρωναν στη χρήση συσκευών για τα μαθήματά τους.
Διαβάστε επίσης: Τι ρόλο παίζει ο ύπνος στην απόδοση στο σχολείο;
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα παιδιά ηλικίας 4 και 8,5 ετών, που περνούσαν περισσότερες από 1,5 ώρες μπροστά στις οθόνες, αντιμετώπιζαν αρνητικές συνέπειες στην εκπαίδευση, ανεξάρτητα από τη φύση της δραστηριότητας. Τα εν λόγω παιδιά φάνηκε να έχουν χαμηλότερες από τον μέσο όρο ικανότητες ως προς το λεξιλόγιο, την επικοινωνία, τη γραφή και την αριθμητική. Επιπλέον, ήταν πιο πιθανό να παίζουν μόνα τους και να μην είναι ιδιαίτερα αγαπητά από τα άλλα παιδιά.
Όσο περισσότερος ήταν ο χρόνος οθόνης, τόσο χειρότερα ήταν τα αποτελέσματα, με τα παιδιά που περνούσαν περισσότερες από 2,5 ώρες την ημέρα μπροστά σε οθόνες να είναι ακόμα πιο πιθανό να αντιμετωπίζουν προβλήματα γλώσσας και συμπεριφοράς.
Αντίθετα, τα παιδιά με λιγότερο από μία ώρα την ημέρα χρόνο οθόνης , είχαν υψηλότερα εκπαιδευτικά επίπεδα, όπως καλύτερες γλωσσικές ικανότητες και ήταν πιο κοινωνικά.
Υπερβολικός χρόνος οθόνης και μάθηση
Οι συγγραφείς της μελέτης επεσήμαναν ότι η επίδραση του υπερβολικού χρόνου οθόνης ήταν αρκετά σημαντική και το παιδί ήταν πιο πιθανό να βρίσκεται σε πολύ χαμηλό επίπεδο στην τάξη.
Οι δάσκαλοι ανέφεραν ότι παρατηρούν όλο και περισσότερα παιδιά να έρχονται στο σχολείο στην ηλικία των 5 με χαμηλότερες από τον μέσο όρο γλωσσικές και κοινωνικές ικανότητες, κάτι που οι ερευνητές πιστεύουν ότι οφείλεται στον υπερβολικό χρόνο οθόνης.
«Ο χρόνος οθόνης στην πρώιμη παιδική ηλικία προβλέπει τις ικανότητες που έχουν τα παιδιά όταν φτάνουν στο σχολείο, και η δραματική αύξηση της χρήσης οθόνης τα τελευταία χρόνια μπορεί να εξηγήσει εν μέρει γιατί η απόδοση των μαθητών έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια», είπαν οι ερευνητές.
Αυτή η αρνητική επίδραση στη μάθηση θεωρείται χειρότερη και από κινδύνους για την υγεία που σχετίζονται με την καθιστική ζωή λόγω του χρόνου οθόνης.
Οθόνες και ανάπτυξη
Μια αυστραλιανή μελέτη διαπίστωσε ότι τα δίχρονα παιδιά που περνούν μεγάλες χρονικές περιόδους κοιτάζοντας οθόνες είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν συμπτώματα που μοιάζουν με αυτισμό στην ηλικία των 12. Ωστόσο, οι ερευνητές, οι οποίοι παρακολούθησαν πάνω από 5.000 παιδιά, αναγνώρισαν ότι η μελέτη ήταν παρατηρητική και δεν μπορούσε να αποδείξει αιτιατή σχέση.
Οι κατευθυντήριες γραμμές που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συνιστά για τα παιδιά κάτω των 2 ετών να μην περνούν καθόλου χρόνο μπροστά σε οθόνες. Για τα παιδιά ηλικίας από 2 έως 5 ετών, συνιστάται να περνούν λιγότερο από μία ώρα.