Εκτιμώμενος χρόνος ανάγνωσης: αν είναι ορισμός σας, Χριστού τη Θεία γέννηση, να πω στ’ αρχοντικό σας.εν Βηθλεέμ τη πόλη, οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρεται η φύσης όλη.εν φάτνη των αλόγων, ο βασιλεύς των ουρανών, και ποιητής των όλων.Χριστὸς γεννᾶται σήμερον ἐν Βηθλεὲμ τῇ πόλει. Ἐν τῷ σπηλαίῳ τίκτεται, ἐν φάτνῃ τῶν ἀλόγων.Κερά μ᾿ ὅταν στολίζεσαι νὰ πᾶς στὴν ἐκκλησία. Ἔχεις καὶ κόρην ἔμορφη ποὺ δὲν ἔχει ἱστορία.Ἔχεις καὶ γιὸν στὰ γράμματα, ὑγιὸν εἰς τὸ ψαλτήρι. Νὰ τὸν ῾ξιώσει καὶ ὁ Θεός, νὰ βάλει πετραχῆλι.Χριστού τη θεία Γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας. Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη οι ουρανοί αγάλλονται χαίρετ’ η κτίσις όλη. Εντός σπηλαίου τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων ο Βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.άστρο λαμπρό τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα. Φτάσαντες εις Ιερουσαλήμ με πόθον ερωτώσι πού εγεννήθη ο Χριστός να πάν να τον ευρώσι! Διά Χριστόν ως ήκουσε ο βασιλεύς Ηρώδης αμέσως εταράχθηκε έγινε θηριώδης. Ότι πολλά φοβήθηκε διά τη βασιλεία μην του την πάρει ο Χριστός και χάσει την αξία. Κράζει τους μάγους και ρωτά πού ο Χριστός γεννάται; Εις Βηθλεέμ ηξεύρομεν ως η γραφή διηγάται.το μέλι τρών οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες και στο μελισσοβότανο να λούζονται οι κυράδες.κερά μου τον υγιόκα σου και τον πρωτότοκό σου για λούστονε για χτένιστον για στείλτον στο σχολειό του να τονε δείρει ο δάσκαλος με τρία κλωνάρια μόσχο* και να του σκούξουν τα παιδιά: μωρέ μοσκοδαρμένε μωρέ και πούν’ τα γράμματα, μωρέ και πουν ο νούς σου;και κρουσταλίδα του γιαλού και πάχνη από τα δέντρα Aπού τον έχεις τον υγιό το μοσχοκανακάρη λούζεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολειό τον πέμπεις. Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ’ ένα χρυσό βεργάλι και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι. Έχετε γιο στα γράμματα που σέρνει το κοντύλι να του τ΄αξώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι.έχετε κόρη όμορφη γραμματικός τη θέλει μ’ αν είναι και γραμματικός πολλά προυκιά γυρεύγει.άψε βαγίτσα το κερί, άψε και το λυχνέρι και κάτσε και ντουσούντισε ήντα θα μασ-ε φέρεις. Για απάκι, για λουκάνικο, για χοιρινό κομμάτι κι από τον πείρο του βουτσού να πιούμε μια γεμάτη. Κι από τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι κι αν το΄χει κάνει η γαλανή ας είναι ζευγαράκι κι από το πιθαράκι σου λάδι ένα κουρουπάκι κι αν είναι κι ακροπλιάτερο βαστούμε και τ’ ασκάκι. Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρυα**** και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλληκάρια Κι αν είναι με το θέλημα άσπρη μου περιστέρα, Ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε «καλησπέρα».Εβγάτε νιοι και μάθετε, που ο, που ο Χριστός γεννιέται, γεννιέται κι ανατρέφεται, με μέ-, με μέλι και με γάλα. Το μέλι τρων οι άρχοντες, το γά-, το γάλα οι αφεντάδες, και το μελισσοβότανο, το λού-, το λούζονται οι κυράδες.του χρόνου σα ξανάρθομε, νάναι, νάναι μαλαματένια. Σ’ αυτά τα σπίτια πούρθαμε, πέτρα, πέτρα να μη ραΐσει, κι ο νοικοκύρης κ’ η κερά, χίλια, χιλιά χρονιά να ζήσει.κερά ψηλή, κερά λιγνή, κερά, κερά καμαροφρύδα, έχεις και κόρην όμορφη, που δε, που δεν έχει ιστορία, μηδέ στη πόλη βρίσκεται μηδέ, μηδέ στη Καισαρεία.να τον αξιώσει ο Θεός, να βα, να βάλει πετραχήλι.άν είναι ορισμός σας Χριστού τή Θεία γέννηση νά πώ στ’ αρχοντικό σαςέν Βηθλεέμ τή πόλη οί ουρανοί αγάλλονται χαίρει ή κτήσις όληέν φάτνη τών αλόγων ό βασιλεύς τών ουρανών καί ποιητής τών όλωντό δόξα έν υψίστοις καί τούτον άξιον εστί ή τών ποιμένων πίστιςτρείς μάγοι μέ τά δώρα άστρο λαμπρό τούς οδηγεί χωρίς νά λείψει ώραμέ πόθο ερωτώσι πού εγεννήθη ό Χριστός νά πάν’ νά τόν ευρώσιό βασιλεύς Ηρώδης αμέσως εταράχτηκε κι έγινε θηριώδηςδιά τή βασιλεία μή τού τήν πάρει ό Χριστός καί χάσει τήν αξίαπού ό Χριστός γεννάται είς Βηθλεέμ ηξεύρωμεν ώς ή Γραφή διηγάταικαί όπου τόν ευρώσι νά τόνε προσκυνήσωσι νά πάν’ νά τού ειπώσιγιά νά τόν προσκυνήσει μέ δόλο ό μισάθεος γιά νά τόν αφανίσεικαί τόν αστέρα βλέπουν φώς θεϊκό κατήρχετο καί μέ χαρά προστρέχουνκαί δώρα τού χαρίζουν σμύρνα χρυσούν καί λίβανο θεό τόν εφημίζουνευθύς πάλι μισεύουν καί τόν Ηρώδη μελετούν νά πάνε γιά νά εύρουνούτος τούς εμποδίζει άλλην οδό νά πορευτούν αυτός τούς διορίζειτόν Ιωσήφ προστάζει είς Αίγυπτο νά μεταβεί καί εκεί νά ησυχάζειομού μέ τόν υϊό της γιατί ό Ηρώδης τόν ζητεί τόν τόκο τόν δικό τηςτούς μάγους νά γυρίζουν είς Βηθλεέμ επρόσταξε παιδί νά μήν αφήσουνδύο χρονών καί κάτω ευθύς νά τά περάσωσι απ’ τά φρικτά σπαθιά τωνσφάζουν σέ μιά ημέρα θρήνο κλαυθμό καί οδυρμό είχε κάθε μητέραΠροφήτου Ησαΐου μετά τών άλλων προφητών καί τού Ιερεμίουπέτρα νά μή ραγίσει κι ό νοικοκύρης τού σπιτιού χίλια χρόνια νά ζήσει.Χα, καλόν παιδίν οψέ γεννέθεν οψέ γεννέθεν, ουρανοστάθεν. Το εγέννεσεν η Παναΐα Το ενέστεσεν αϊ-Παρθένος. Εκαβάλκεψεν χρυσόν πουλάρι και εκατήβεν σο σταυροδρόμι Σταυρουδρόμιν και μυροδρομι Έρπαξαν άτόν οι χιλ’ Εβραίοι χίλ’ Εβραίοι και μίρ’ Εβραίοι χιλ’ Εβραίοι και μιρ’ Εβραίοι. Ασ’ ακρέντικα κι άσ’ σην καρδίαν αίμαν έσταξεν, χολήν κι εφάνθεν. ούμπαν έσταξεν και μύρος έτον μύρος έτον και μυρωδία. Εμυρίστεν ατ’ ο κόσμον όλεν για μυρίστ’ άτό και σύ αφέντα. Σύ αφέντα, καλέ μ’ αφέντα Έρθαν τη Χριστού τα παλικάρια και θυμίζνε το νοικοκύρην νοικοκύρη μ και βασιλέα. Δέβα σο ταρέζ και ελα σην πόρτας δως μας ούβας και λεφτοκάρια κι αν ανοι’εις μας χαραν σην πόρτα ‘σ.χαρά στον κόσμο, στα παλληκάριακι ή Παναγιά μας κοιλοπονούσεκοιλοπονούσε παρακαλούσεόλους τους άγιους τους άι Αποστόλουςτρεις αποστόλοι μαμμή γυρεύουνμαμμή γυρεύουν για μήλο τρέχουνώσπου να πάνε κι ώσπου να έρθουνμέσα στις δάφνες μεσ΄ στα λουλούδιακάνει τον ήλιο και το φεγγάρισαν ήλιος λάμπει σαν νιό φεγγάρισ΄ αυτό το σπίτι του νοικοκύρηστη φαμελιά του και στα παιδιά τουυγεία αγάπη και χαρά να φέρει ο νέος χρόνος.όλα του κόσμου τα καλά να έχει η φαμελιά του.σε μας και στην παρέα μας ένα φλουρί να βγάλει.γιρό κουρμί, γιρό σταυρί σαν ασήμι, σαν κρανιά κι του χρόν’ ούλ’ γιροί, ούλ’ γιροί καλόκαρδοι.γιά σταφίδις, γιά παρά γιά καρύδις, γιά μπαντέμια γιά ένα ξυλουκέρατου.ψηλή μου δεντρολιβανιά κι αρχή καλός μας χρόνος, εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνος.άγιος και πνευματικός, στη γη, στη γη να περπατήσει και να μας καλοκαρδίσει.κι όλους μας καταδέχεται από την Καισαρεία, συ ’σαι αρχόντισσα κυρία.ζαχαροκάντιο ζυμωτή χαρτί και καλαμάρι δες και με το παλικάρι.την μοίρα του την έλεγε και το χαρτί ομίλει, άγιε μου, άγιε μου καλέ Βασίλη.ο μήνας που μας έρχεται το χρόνο φανερώνει. Τραλαλά…τον άγιο με όργανα και με φωνές να πούμε. Τραλαλά…και με το καλωσόρισες καλές σας εορτάδες Τραλαλά…και με το καληνύχτισμα καλά σας Θεοφάνια. Τραλαλά…ήρθα να σας χαιρετίσω, δούλος σας ο ταπεινός. Ο Βασίλειος ο Μέγας ιεράρχης θαυμαστός εις την οικογένειά σας νά ‘ναι πάντα βοηθός. Τα παιδιά εις το σχολείο να πηγαίνουνε συχνά να μαθαίνουνε το βίο, της πατρίδας τα ιερά. Και για τους ξενιτεμένους έχω να σας πω πολλά, σας αφήνω “καληνύχτα” και του χρόνου με υγειά.κι εκεί που βγήκε κερά μου ο Χριστός, τριώ χρονών παιδάκι όλο τον κόσμο κερά μου γύρισε, σαν το καλογεράκικαι μες τα φύλλα κερά μου της μηλιάς, δυό μήλα χρυσομήλα οποιός τα πάρει κερά μου χρύσωσε, ο ήλιος της ημέρας το φεγγαράκι κερά μου της νυκτός, που βγαίνει την εσπέραπου ‘ναι οι πέτρες κερά μου μάλαμα, το χώμα με ασήμι και μεσ’ τη μέση κερά μου του σπιτιού, κοιμάται Άγιος Βασίληςεγώ είμαι άξιος κερά μου και αρκετός, να πα τον εξυπνήσω δω μου και μήλα κερά μου δώδεκα, κυδώνια δεκαπέντε και μια φασκιά κερά μου απ’ το νερό, να πα τον εξυπνήσωγιατί ο ύπνος κερά μου ο πολύς, μαραίνει και χαλάσε σ’ αυτό το σπίτι κερά μου που ‘ρθαμε, τα ράφια είναι ξυλένια του χρόνου σα ξανάρθωμε, να ‘ναι μαλαματένιαδω μας και μας κερά τον κόπο μας, να πάμε σ’ άλλη πόρτα.η χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός.κάθετ’ η κυρά μας η Παναγιά.και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί.βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί.να μαζέψω ρόδα και λίβανο.Καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά.
Κάλαντα Φώτων
Κάλαντα Φώτων Ικαρίας