«Καταστρέφουν» τελικά τα social media τα παιδιά μας;
Η επίδραση του χρόνου που ξοδεύεται μπροστά σε οθόνες και ειδικά στα social media στους εφήβους έχει τραβήξει την προσοχή των επιστημόνων, των κυβερνήσεων, των εκπαιδευτικών και βέβαια των γονιών. Κι όμως, παρά την εκτενή έρευνα, ο ακαδημαϊκός κόσμος παραμένει βαθιά διχασμένος.
Είναι κάπως σαν μια σύγχρονη εκδοχή του Δαβίδ και του Γολιάθ. Από τη μία πλευρά, έχουμε το «στρατόπεδο του Γολιάθ»—πολλούς διακεκριμένους ερευνητές που υποστηρίζουν ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παίζουν σημαντικό ρόλο στη σημερινή κρίση ψυχικής υγείας των νέων. Αναφέρονται σε αυξήσεις της κατάθλιψης και του άγχους, της αϋπνίας, της μειωμένης δυνατότητας συγκέντρωσης και του εθισμού στα κινητά.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν ερευνητές που είτε υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει ισχυρή αιτιακή σχέση μεταξύ των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και αυτών των φαινομένων είτε ότι τα όποια αποτελέσματα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το άτομο, το περιβάλλον του και το πώς και γιατί χρησιμοποιεί αυτές τις πλατφόρμες. Οι ίδιοι ερευνητές επισημαίνουν επίσης τα οφέλη: μεγαλύτερη κοινωνική συνδεσιμότητα, υποστήριξη περιθωριοποιημένων ομάδων, πρόσβαση σε πληροφορίες και μάθηση, δημιουργικές και επαγγελματικές ευκαιρίες, ακόμα και συμμετοχή σε κοινωνικά κινήματα.
Είναι ο ηθικός πανικός γύρω από τα social media υπερβολικός;
Μια μεγάλη, διεθνής ερευνητική προσπάθεια με επικεφαλής τον Βαλέριο Καπράρο από το Πανεπιστήμιο του Μιλάνο-Bicocca στην Ιταλία, συγκέντρωσε περισσότερους από 120 επιστήμονες από όλο το φάσμα των απόψεων, με σκοπό να διαπιστωθεί εάν υπάρχει σήμερα κάποιο σημείο συναίνεσης σχετικά με τον αντίκτυπο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην ψυχική υγεία των εφήβων.
Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι γνωστή ως διαδικασία Delphi—μια δομημένη προσέγγιση για την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ ειδικών. Για να διεξαχθούν αξιόπιστα συμπεράσματα, συγκεντρώθηκαν στοιχεία από περισσότερες από 1.400 μελέτες και αξιολογήθηκαν 26 βασικοί ισχυρισμοί σχετικά με τις επιπτώσεις των social media στους νέους. Κάθε ισχυρισμός εξετάστηκε ως προς το είδος και την ποιότητα των αποδεικτικών στοιχείων που τον υποστηρίζουν.
Σε τι συμφώνησαν οι ειδικοί
Υπήρξε σαφής συναίνεση σε ορισμένα σημεία. Οι ειδικοί συμφώνησαν ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να υποστηριχθούν τα εξής:
- Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυξάνουν τη οπτική κοινωνική σύγκριση μεταξύ των κοριτσιών.
- Εκθέτουν τους εφήβους σε άλλα άτομα που εκδηλώνουν ή συζητούν ζητήματα ψυχικής υγείας, γεγονός που μπορεί να τους επηρεάσει.
- Μπορούν να προκαλέσουν συμπεριφορικό εθισμό—καταναγκαστική χρήση παρά τη βλάβη, κάτι που με τη σειρά του μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ψυχική υγεία.
- Η υπερβολική χρήση των social media και των smartphones μπορεί να προκαλέσει προβλήματα ύπνου και όπως είναι γνωστό ότι η έλλειψη ύπνου βλάπτει την ψυχική υγεία.
Παρά τις σημαντικές αυτές διαπιστώσεις, είναι εξίσου σημαντικό να σημειώσουμε ότι, όταν πρόκειται για την άμεση επίδραση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην ψυχική υγεία των εφήβων, ισχυρά αιτιακά στοιχεία δεν υπάρχουν. Αυτό που παρατηρείται είναι κυρίως έμμεσο: τα social μπορούν να διαταράξουν τον ύπνο ή να ενισχύσουν εθιστικές συμπεριφορές, και αυτοί οι παράγοντες μπορούν στη συνέχεια να βλάψουν την ψυχική ευημερία.
Σε άλλους ισχυρισμούς, τα στοιχεία ήταν ανάμεικτα ή ανύπαρκτα. Για παράδειγμα:
- Οι ειδικοί δεν μπόρεσαν να επιβεβαιώσουν ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκαλούν προβλήματα προσοχής, αν και πολλοί θεωρούσαν τον συσχετισμό πιθανό.
- Δεν υπήρξε συναίνεση για το αν τα social media προκαλούν κοινωνική απομόνωση (όπως αυξημένη μοναξιά)· τα στοιχεία ήταν διχασμένα.
- Όσον αφορά τη δυσαρέσκεια για το σώμα, την τελειομανία και την έκθεση σε σεξουαλική παρενόχληση, ειδικά για τα κορίτσια, βρέθηκαν μόνο συσχετιστικά στοιχεία. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκαλούν αυτά τα αποτελέσματα—μόνο ότι ίσως σχετίζονται.
Τι σημαίνουν όλα αυτά;
Tα διαθέσιμα δεδομένα δεν υποστηρίζουν την ιδέα ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καταστρέφουν από μόνα τους μια ολόκληρη γενιά. Ναι, υπάρχουν κίνδυνοι—και ναι, πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη. Όμως, οι ισχυρισμοί ότι «φταίνε τα social για όλα» δεν υποστηρίζονται ακόμη από ισχυρά εμπειρικά δεδομένα.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Νέες τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, εισβάλλουν ραγδαία στη ζωή μας. Είναι σοφό να θέσουμε όρια, να ενθαρρύνουμε συνειδητή χρήση και να υποστηρίζουμε ρυθμιστικές πολιτικές που δίνουν έμφαση στην ασφάλεια. Όμως, χρειάζεται επίσης περισσότερη έρευνα πριν βγουν οριστικά συμπεράσματα.
Τι γίνεται με τη θετική πλευρά των social media;
Ένας βασικός περιορισμός αυτής της προσπάθειας συναίνεσης ήταν ότι επικεντρώθηκε αποκλειστικά στους πιθανούς κινδύνους. Τα οφέλη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης δεν αξιολογήθηκαν.
Πώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τα ψηφιακά εργαλεία για να ενισχύσουμε—όχι απλώς να προστατεύσουμε—την ευημερία των εφήβων; Ποια εργαλεία βοηθούν τους εφήβους να νιώθουν συνδεδεμένοι και υποστηριγμένοι; Τι είδους περιεχόμενο τους εμπνέει ή τους κινητοποιεί; Πώς μπορούν οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και οι ίδιες οι πλατφόρμες να ενθαρρύνουν τη θετική χρήση, αντί απλώς να επιβάλλουν περιορισμούς;
«Απαιτείται περισσότερη έρευνα για αυτές τις θετικές διαδρομές. Αν εστιάσουμε μόνο σε όσα κάνουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λάθος, ίσως χάσουμε αυτά που μπορούν να κάνουν σωστά», καταλήγουν οι ερευνητές.